- καρβακρόλη
- Φαινόλη, ισομερής προς τη θυμόλη, του τύπου C10H13OH. Αποτελεί το κύριο συστατικό ορισμένων αιθέριων ελαίων, όπως το θυμέλαιο, το ριγανέλαιο κ.ά. Είναι άχρωμο, παχύρρευστο υγρό, με σημείο τήξης 0,5°C και σημείο βρασμού περίπου 240°C. Σχηματίζεται με ενδομοριακή μετάθεση του ισομερούς της καρβόνης με την επίδραση οξέων, ενώ λαμβάνεται και με θέρμανση της καμφοράς παρουσία ιωδίου. Η κ. έχει έντονες αντισηπτικές ιδιότητες· ένα ιωδίδιό της –με τη μορφή κίτρινης ή καφέ σκόνης– έχει χρησιμοποιηθεί ως υποκατάστατο του ιωδοφορμίου. Ονομάζεται και ισοπροπυλο-κρεζόλη.
Dictionary of Greek. 2013.